Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2013

Μνήμη τῆς ἀποτομῆς τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου καὶ βαπτιστοῦ ᾿Ιωάννου Εὐαγγέλιον .

Μνήμη τῆς ἀποτομῆς τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου καὶ βαπτιστοῦ ᾿Ιωάννου

Εὐαγγέλιον .

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ϛ´ 14 - 3014 Ηκουσε δε τότε ο βασιλεύς Ηρώδης τα περί του Ιησού, διότι το όνομα αυτού είχε γίνει πλέον γνωστόν, και έλεγεν ότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ανεστήθη εκ νεκρών και δια τούτο ενεργούν δι' αυτού αι υπερφυσικαί αυταί δυνάμεις. 15 Αλλοι έλεγαν ότι είναι ο Ηλίας· άλλοι δε ότι είναι προφήτης, όπως ένας από τους προφήτας. 16 Ακούσας δε ο Ηρώδης αυτά είπε ότι “αυτός είναι ο Ιωάννης, τον οποίον εγώ αποκεφάλισα. Αυτός ανεστήθη εκ νεκρών”. 17 Ο ίδιος ο Ηρώδης έστειλε και συνέλαβε τον Ιωάννην και τον έρριψε δεμένον εις την φυλακήν, εξ αιτίας της συζύγου του αδελφού του, της Ηρωδιάδος, την οποίαν αυτός είχε πάρει παρανόμως ως σύζυγον του. 18 Διότι έλεγε ο Ιωάννης στον Ηρώδην ότι “δεν σου επιτρέπεται να έχης την γυναίκα του αδελφού σου”. 19 Η δε Ηρωδιάς έτρεφε μέσα της μίσος και αγανάκτησιν εναντίον του Ιωάννου και ήθελε να τον φονεύση, αλλά δεν ημπορούσε, 20 επειδή ο Ηρώδης εφοβείτο τον Ιωάννην, διότι τον εγνώριζεν ως άνθρωπον δίκαιον και άγιον και τον διετήρει εις την ζωήν και όταν τον ήκουσε, πολλά από εκείνα που είπε ο Ιωάννης τα έκαμνε και κάθε φορά, που τον συναντούσε, τον ήκουε με ευχαρίστησιν. 21 Αλλά ήλθε ημέρα ευκαιρίας δια την Ηρωδιάδα· όταν ο Ηρώδης, δια να εορτάση τα γενέθλιά του, παρέθεσε δείπνον στους μεγάλους άρχοντας αυτού, στους χιλιάρχους και στους προύχοντας της Γαλιλαίας. 22 Εισήλθεν η θυγάτηρ αυτής της Ηρωδιάδος και εχόρευσε και ήρεσεν στον Ηρώδην και τους άλλους συνδαιτημόνας. Είπε δε ο Βασιλεύς εις την κόρην· “ζήτησέ μου ο,τι θέλεις και εγώ θα σου το δώσω”. 23 Και της ορκίσθη πως, “θα σου δώσω ο,τι μου ζητήσεις, μέχρι ακόμη και το μισό βασίλειόν μου”. 24 Εκείνη δε εξελθούσα έτρεξε προς την μητέρα της και την ηρώτησε· “τι να ζητήσω;” Εκείνη δε είπε· “την κεφαλήν του Ιωάννου του Βαπτιστού”. 25 Και εκείνη εισώρμησε αμέσως βιαστικά στον βασιλέα και εζήτησε λέγουσα· “θέλω να μου δώσης αυτήν την στιγμήν την κεφαλήν του Ιωάννου του Βαπτιστού επάνω εις ένα πιάτο”. 26 Και ο βασιλεύς ελυπήθη παρά πολύ, αλλά δια τους όρκους, που είχε κάμει, και δια να μη εκτεθή στους συνδαιτημόνας του ως επίορκος, δεν ηθέλησε να αθετήση την υπόσχεσίν του. 27 Και αμέσως έστειλε ο βασιλεύς δήμιον και διέταξε να φέρη την κεφαλήν του Ιωάννου. 28 Εκείνος δε επήγε, απεκεφάλισε τον Ιωάννην εις τηνφυλακήν, έφερε την κεφαλήν του μέσα στο πιάτο και την έδωκεν εις την κόρην και η κόρη την έδωκεν εις την μητέρα της. 29 Και όταν ήκουσαν οι μαθηταί του Ιωάννου το θλιβερόν γεγονός, ήλθαν και επήραν το νεκρό σώμα του και το έβαλαν εις μνημείον. 30 Οι Απόστολοι, αφού ετελείωσεν η περιοδεία των, συνεκεντρώθησαν κοντά στον Ιησούν και ανέφεραν εις αυτόν όλα, και όσα έκαμαν και όσα εδίδαξαν.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ.
                                                                
 Ἐκ τοῦ κατά Μάρκον

Κεφ. στ’ 14-30

κεῖνο τόν καιρό, ἄκουσε γιά τόν Ἰησοῦ ὁ βασιλιάς Ἡρώδης, γιατί τό ὄνομά του εἶχε γίνει γνωστό καί ἔλεγε ὅτι: «ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστῆς ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς, γι’ αὐτό μπορεῖ καί κάνει τέτοια θαύματα». Ἄλλοι ἔλεγαν: «Εἶναι ὁ Ἠλίας». Ἄλλοι ἔλεγαν: «Εἶναι προφήτης σάν ἕνας ἀπό τούς παλαιούς προφήτες». Ὅταν τ’ ἄκουσε αὐτά ὁ Ἡρώδης εἶπε: «Αὐτός εἶναι ὁ Ἰωάννης, πού ἐγώ τόν ἀποκεφάλισα· ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς».
        Πραγματικά, ὁ ἴδιος ὁ Ἡρώδης εἶχε στείλει νά συλ-λάβουν τόν Ἰωάννη καί τόν εἶχε βάλει στή φυλακή. Αὐτό τό ἔκανε ἐξαιτίας τῆς Ἡρωδιάδας, πού τήν εἶχε παντρευτεῖ, παρ’ ὅλο πού ἦταν γυναίκα τοῦ Φίλιππου, τοῦ ἀδελφοῦ του. Ὁ Ἰωάννης τότε ἔλεγε στόν Ἡρώδη: «Δέν σοῦ ἐπιτρέπεται νά ἔχεις τή γυναίκα τοῦ ἀδελφοῦ σου». Ἡ Ἡρωδιάδα λοιπόν μισοῦσε τόν Ἰωάννη καί ἤθελε νά τόν σκοτώσει, ἀλλά δέν μποροῦσε, γιατί ὁ Ἡρώδης τόν φοβόταν. Ἤξερε πώς ὁ Ἰωάννης ἦταν δίκαιος κι ἅγιος ἄνθρωπος, καί γι’ αὐτό ἐφάρμοζε πολλά ἀπ’ αὐτά πού τοῦ ἔλεγε, καί τόν ἄκουγε εὐχαρίστως.
        Τελικά ἡ Ἡρωδιάδα βρῆκε τήν εὐκαιρία, ὅταν ὁ Ἡ-ρώδης γιά τά γενέθλιά του κάλεσε σέ δεῖπνο τούς πολιτικούς καί στρατιωτικούς ἄρχοντες καί τούς ἐπισήμους τῆς Γαλιλαίας. Τότε μπῆκε στήν αἴθουσα ἡ θυγατέρα της Ἡρωδιάδας καί χόρεψε. Τόσο ἄρεσε στόν Ἡρώδη καί στούς καλεσμένους, πού ὁ βασιλιάς εἶπε στό κορίτσι: «Ζήτησέ μου ὅ,τι θέλεις, καί θά σοῦ τό δώσω, μέχρι τό μισό μου βασίλειο». Αὐτή πῆγε καί ρώτησε τή μητέρα της: «Τί νά ζητήσω;» Κι ἐκείνη τῆς ἀπάντησε: «Τό κεφάλι τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ». Ἦρθε ἀμέσως βιαστικά στόν βασιλιά καί τοῦ εἶπε: «Θέλω τώρα ἀμέσως νά μοῦ δώσεις τό κεφάλι τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ ˝ἐπί πίνακι˝». Ὁ βασιλιάς στενοχωρήθηκε· ἐξαιτίας ὅμως τοῦ ὅρκου πού εἶχε δώσει μπροστά στούς καλεσμένους, δέν θέλησε νά τῆς τό ἀρνηθεῖ. Ἔστειλε τότε ἀμέσως ἕ-ναν στρατιώτη τῆς φρουρᾶς μέ τή διαταγή νά φέρει τό κεφάλι τοῦ Ἰωάννη. Ἐκεῖνος πῆγε καί τόν ἀποκεφάλισε στή φυλακή. Ἔφερε τό κεφάλι του σ’ ἕνα πιάτο καί τό ἔδωσε στό κορίτσι, καί τό κορίτσι τό πῆγε στή μάνα της. Ὅταν τό ‘μάθαν οἱ μαθητές τοῦ Ἰωάννη, ἦρθαν καί πῆ-ραν τό σῶμα του καί τό ἔβαλαν σέ μνῆμα. Οἱ ἀπό-στολοι ἐπέστρεψαν στόν Ἰησοῦ καί τοῦ διηγήθηκαν ὅλα ὅσα ἔκαναν κι ὅσα δίδαξαν.-      

3 σχόλια:

  1. Πολύ καλή η μετάφραση με φιλολογικό κατατοπισμό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΟΝ ΑΔΕΛΦΟ ΟΠΟΥ ΔΟΥΛΕΨΕ ΚΑΙ ΔΟΥΛΕΥΕΙ ΤΟΣΟ ΓΙΑ ΤΑ ΙΕΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΜΕ ΣΕΒΑΣΜΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ.

      Διαγραφή
    2. Και εσάς να ευλογεί ο Άγιος Θεός και την σεβαστή συνοδεία σας στον Αγώνα που εκάμετε για την σωτηρία. Καλή αντάμωση σεβαστέ Αδελφέ.

      Διαγραφή