ΒΙΟΣ ΑΓΙΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΜΟΔΕΣΤΟΥ.
Άλλωστε, και κατά τη διάρκεια του μαρτυρίου του πραγματοποίησε θαυμαστά γεγονότα που σχετίζονταν με τα ζώα. Ενώ βρίσκονταν μπροστά στο βασιλιά ομολογώντας την πίστη του στον Αληθινό Θεό, μπροστά στο βασιλιά, εκείνος διέταξε τους στρατιώτες του να δέσουν τον Άγιο σε δύο άγριους ημιόνους και να τους αφήσουν να τρέξουν, προκειμένου να διαμελισθεί το σώμα τού Αγίου επάνω στις πέτρες. Ό Άγιος Μόδεστος, όμως, σήκωσε το χέρι του προς τους ημιόνους, τους ευλόγησε και τότε αυτοί έφυγαν, αφήνοντάς τον λυμένο και αβλαβή. Ό βασιλιάς έξαλλος διέταξε να τον ξαναδέσουν στους ημιόνους, όχι μόνο απ' τα χέρια αλλά και απ' τα πόδια, και να χτυπήσουν με πολλή δύναμη τα ζώα, ώστε να τρέξουν. Ο Μάρτυρας του Χριστού έλεγε, καθώς τον έσερναν οι ημίονοι: «Εάν ο Θεός είναι μαζί μας, κανείς δεν είναι εναντίον μας».
Κάποιος βοσκός βλέποντας τον Άγιο κι αναγνωρίζοντάς τον, τον πλησίασε και τού είπε: «Λυπήσου με, Πάτερ, και βοήθησέ με, ώστε με τις ευχές σου ν' αποκτήσω ένα μοσχάρι». Ό Άγιος Μόδεστος πρόσταξε τους άγριους ημιόνους να σταματήσουν να τον τρα¬βούν. Κάλεσε τότε το βοσκό να πλησιάσει μαζί με το κοπάδι του κι ευχήθηκε: «Ο Θεός, που ευλόγησε τα βόδια και τα πρόβατα του Αβραάμ, να σου χαρίζει κάθε χρόνο δύο μοσχάρια, ένα αρσενικό κι ένα :θηλυκό». Αμέσως μετά ο βοσκός αποχώρησε ευχα¬ριστημένος και ο Άγιος διέταξε τους ημιόνους να επιστρέψουν στο μέρος απ' όπου εί¬χαν ξεκινήσει να τον σέρνουν. Πράγματι, οι ημίονοι υπάκουσαν γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα να εξαγριωθεί ακόμα περισσότερο ο βασιλιάς.
Ανείπωτα ήταν τα βασανιστήρια πού επακολούθησαν: έμπηξαν καρφιά στα πόδια του, τον λιθοβόλησαν, τον έριξαν σ' ένα λέβητα με καυτό μολύβι, τον έδεσαν σε μία κολώνα και άναψαν γύρω του μεγάλη φωτιά, αφού πρώτα άλειψαν το κεφάλι του με πίσσα και λάδι. Τίποτε, όμως, απ' αυτά δεν κατέβαλε τον Άγιο Μάρτυρα. Και τότε ό βασιλιάς διέταξε τον αποκεφαλισμό του.
Λίγο πριν από το τέλος του, ό Άγιος Μόδεστος προσευχήθηκε και τα τελευταία του λόγια ήταν: «Κύριε Ιησού Χριστέ, δημιουργέ του φωτός, καταξίωσόν με της Βασιλείας Σου. Σέ, Δέσποτα, και μόνον επόθησεν η ψυχή μου και για Σένα κατεφρόνησα το θάνατο και τα βασανιστήρια. Μη με κρίνεις λοιπόν, ανάξιο των αγαθών Σου, φιλάνθρωπε, και δέομαί Σου, όποιος με επικαλεστεί και με εορτάζει και όποιος αναγνώσει το Μαρτύριό μου, βοήθησέ τον πάντοτε, χάριζέ του πλούσια τα ελέη σου και αποδίωξε από τον οίκον αυτού και από όλα τα ζώα του κάθε βλάβη και ασθένεια και πλήθηνέ τα, όπως ευλόγησες και επλήθηνες τα ποίμνια του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ και όλων των δούλων Σου, διότι είσαι ευλογητός στους αιώνες. Αμήν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου