Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Δεν πρέπει να παραξενευόμαστε όταν ασθενούν δίκαιοι άνθρωποι.

Δεν πρέπει να παραξενευόμαστε όταν ασθενούν δίκαιοι άνθρωποι.

1) Περί του πατρός Παϊσίου του ασκητεύοντος εις το ασκητήριον του αείμνηστου παπά-Τύχωνος του Ρώσου της μονής Σταυρονικήτα του Αγίου ¨Όρους. Αναχωρώντας δια την Κύπρον ο πάτερ Σιλουανός, ο υποτακτικός του Γέροντος Ιωσήφ του Σπηλαιώτου, πέρασε απ' το μοναστήρι του Γρηγορίου να πάρει την ευχή του Γέροντα Γεωργίου και τον παρακαλέσαμε να μας πει κάτι ωφέλιμο για την ψυχήν μας και αυτός μας διηγήθηκε δυο άξια θαυμασμού περιστατικά από τη ζωή του π. Παϊσίου.
Εις το ένα συμμετείχε και ο π. Σιλουανός. Αρρώστησα βαριά λέει ο π. Παΐσιος. Ήταν χειμώνας βαρύς, είχε πέσει τόσο χιόνι που κανένα δέντρο δεν έμοιαζε για δέντρο, όλα πνιγμένα στα λευκά, τα μονοπάτια είχαν χαθεί, τα πουλιά είχαν λουφάξει, τα σύννεφα και η ομίχλη σκέπαζαν τον ’Άθω. Δεν είχα καμιά επικοινωνία με το μοναστήρι της Σταυρονικήτα, μου ήταν αδύνατο να ζήσω περισσότερο από λίγες μέρες, γιατί η ασθένεια με είχε παραλύσει τελείως. Περίμενα τον Κύριο να μου πάρει την ψυχή και να την οδηγήσει στο έλεος της ευσπλαχνίας Του. Ούτε ένα τσάι δεν μπορούσα να φτιάξω, ούτε τη σόμπα ν' ανάψω, ούτε νερό να πιω δεν είχα. Η ζωή μου ήταν αφημένη στο έλεος του Θεού.- Ιδού, Κύριε εις το έλεος σου ελπίζω, μη με εγκαταλείπεις! Ύστερα από λίγη προσευχή που με πολύ κόπο ψέλλισα, είδα να εμφανίζονται στο κελί μου μέσα ’άγγελοι και ’γιοι, του Θεού απεσταλμένοι. -Ταχύ με προκατάλαβε η Χάρις σου Κύριε. Ευχαριστούσα και δοξολογούσα το Σωτήρα μου. Δάκρυσα. Ένας από τους Αγγέλους φρόντιζε για τη σόμπα, άλλος ετοίμαζε φαγητό ζεστό, φέρανε και ευωδιαστά ψωμιά. Βρέθηκα στον Παράδεισο. Τι άλλο ήθελα. Οι
Άγιοι άρχισαν να με στηρίζουν με λόγους παρηγοριάς και με παρακλήσεις.
Μόνο η θέα τους με ξεκούραζε, με ενίσχυε και μου έδινε ελπίδα. Καθίσανε μαζί μου ώσπου έγινα καλά και μπορούσα να οικονομήσω τον εαυτό μου. Μετά φύγανε. Μια βδομάδα καθίσανε. Όταν μετά καιρό σηκώθηκα, βγήκα από το κελί, κοίταζα γύρω τη φύση με διαφορετικό βλέμμα. Τώρα μπορούσα να καταλάβω το νόημα της δημιουργίας, του ανθρώπου και του κόσμου. Όλα έλαμπαν μέσα στο Άκτιστο Φως της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Δεν ήμουν άξιος, αλλά η άπειρη αγαθότητα του Θεού και η Αγάπη Του προς το πλάσμα Του εκδηλωθήκανε μ’ αυτό τον τρόπο. Πάντως ένιωθα τόση χάρη να με πληρώνει εσωτερικά και κυριολεκτικά να με κατέχει αιχμάλωτο που είπα σε μια στιγμή: - Φτάνει, Θεέ μου, δεν αντέχω άλλο. Θα σκάσω. Ή πάρε με κοντά σου ή λιγόστεψε τη χάρη που μου έδωσες. Αν τόση χάρη μου δίνεις τώρα, φαντάζομαι στον Παράδεισο τι θα γίνεται! Δεν θέλω να πεθάνω, μου φτάνει αυτή η χάρη που έχω εδώ τώρα. Αυτά είναι, αδελφοί, τα μεγάλα και υπερφυσικά βοηθήματα που δίνει ο Δημιουργός μας, όταν υποφέρει ο ασθενής με υπομονή και δεν έχει άλλον βοηθούντα επί της γης. - Μέγα Σου το έλεος, Θεέ μας!
2) Στο όρος της Νιτρίας, ζούσε κάποτε ένας αξιοθαύμαστος Ασκητής, που ονομαζόταν Βενιαμίν. Αυτός έζησε ογδόντα χρόνια ζωή ενάρετη, και για την άσκηση του αυτή, έλαβε από τον Θεό το χάρισμα να θεραπεύει διάφορες ασθένειες. Είχε δύναμη έτσι που σε οποιονδήποτε ασθενή ακουμπούσε τα χέρια του ή ευλογούσε λάδι και του το πρόσφερε, αμέσως αυτός ο ασθενής θεραπεύετο από όλες τις ασθένειες που έπασχε. Αυτός ο Ασκητής, οκτώ μήνες πριν την οσιακή κοίμηση του έπαθε μια ασθένεια που ονομάζεται υδρωπικία και τόσο πολύ διωγκώθη το σώμα του, ώστε το μικρό δάκτυλο του χεριού του να είναι μεγαλύτερο από δύο παλάμες. Τόσο φοβερό ήταν το θέαμα το ασθενή, ώστε εμείς δεν μπορούσαμε να τον βλέπουμε
και στρέφαμε αλλού το πρόσωπο μας. Σ' αυτή την κατάσταση ο ’γιος ασκητής δεν έχασε ούτε ίχνος από την αρετή του. Απ’ εναντίας! είχε την δυνατότητα να μας λέει: -Προσευχηθείτε, παιδιά μου, να μην υδρωπιάση ο εσωτερικός μου άνθρωπος, γιατί αυτό το σώμα που βλέπετε, ούτε όταν ήταν υγιές με ωφέλησε σε κάτι ψυχικώς, ούτε όταν αρρώσταινε, με έβλαψε. Κατά τους οκτώ μήνες της ασθένειας του, επειδή δεν μπορούσε πλέον να πέσει στο κρεβάτι, καθόταν διαρκώς στο κάθισμα, το οποίο, λόγο του όγκου του ασθενούς συνεχώς πλατυνόταν. Εκεί εκτελούσε και τις διάφορες ανάγκες του σώματος του. Σ’ αυτή την κατάσταση που βρισκόταν είχε ακόμη την χάρη από τον Θεό να θεραπεύει ασθενείς από όλες τις αρρώστιες. Όταν κοιμήθηκε, τόσο πολύ είχε διογκωθεί το σώμα του μακάριου και αοιδίμου Βενιαμίν, ώστε για να τον βγάλουν νεκρόν από το κελί του χρειάστηκε ανάγκη να αφαιρέσουν και τα στηρίγματα της πόρτας για να μεγαλώσουν το άνοιγμα τις εισόδου.
3) Στην εκκλησία της πόλης Αγκώνος ήταν Επίσκοπος ο υπερευλαβάστατος Μαρκελλίνος. Αυτός λοιπόν ο εκλεκτός Επίσκοπος προσβληθεί από ισχυρή ασθένεια στα πόδια, σε σημείο ώστε να μην μπορεί πλέον να βαδίσει, αλλά όπου υπήρχε ανάγκη να μεταβή, τον μετέφεραν με φορείο.
Κάποτε, από απροσεξία ενός κατοίκου της πόλης, εξερράγη πυρκαϊά. Το πυρ άρχισε να εξαπλώνεται επικίνδυνα σε ολόκληρη την πόλη και καμιά ανθρώπινη δύναμη δεν μπορούσε να κατανικήσει τις φλόγες, οι οποίες απειλούσαν να καταστρέψουν την πόλη ολοσχερώς. Μπροστά σ’ αυτή την απειλή και εφόσον αποτεφρώθηκε αρκετό μέρος της πόλης, ο
Επίσκοπος πονώντας για την συμφορά αυτή, βγήκε στον τόπο της φωτιάς βασταζόμενος από άλλους. Σε μια στιγμή, ενώ ήταν συντετριμμένος από ισχυρή συγκίνηση για την συμφορά της πυρκαϊάς, διέταξε αυτούς που τον κρατούσαν να τον φέρουν και να τον τοποθετήσουν ακριβώς απέναντι της φωτιάς κοντά στο χώρο της καταστροφής. Μόλις τον μετέφεραν και τον τοποθέτησαν συνέβη το εξής παράδοξο θαύμα: Οι φλόγες περιοριστήκαν, σαν να φωβούντο τον Επίσκοπο και σαν να φώναζαν ότι δεν μπορούσαν να περάσουν τη θέση, όπου βρισκόταν ο Επίσκοπος. Τοιουτοτρόπως λοιπόν συνεστάληκε το πυρ και σε λίγο κατασβήσθηκε τελείως. -Βλέπεις λοιπόν, Πέτρε, πόσον μεγάλην αρετήν είχεν ο άνθρωπος αυτός; Είχε την δύναμη και ασθενής ακόμη και χωρίς να μπορεί να κινείται, να κατασβέση τόσο φοβερή φωτιά ( λόγο της πίστης του στο Θεό και της αγάπης του προς τους κατοίκους της πόλης του).
4) Βλέποντας ο μισών το καλό, ο διάβολος, την ευλογημένη ασκήτρια, την Οσία Συγκλητική, να υπερπηδά με ευκολία τις παγίδες του και να μην παγιδεύεται από αυτές, αλλά και τις άλλες Μοναχές να προφυλάσση με το παράδειγμα και τη διδασκαλία της, στεναχωριόταν, γιατί τον νικούσαν γυναίκες. Γι’ αυτό αποφασίζει να την περιπλέξει σε μια τελευταία και αποφασιστική μάχη, με την οποία ήλπιζε να την κατανικήσει. Και τι κάνει λοιπόν; Προσβάλλει με φρικτή ασθένεια τα εντόσθια της και προ παντός το απαραίτητο δια την ζωή όργανο, τους πνεύμονες. Με αυτή την ασθένεια (ίσως φυματίωση), προκάλεσε φρικτούς πόνους και έτσι η ζωή της περνούσε οδυνηρά. Τόση ήταν η μανία του διαβόλου κατά της Οσίας Συγκλητικής, ώστε επεδίωκε συντομότατα να προκαλέσει τον θάνατο της, εφ’ όσο, κατά παραχώρηση Θεού, ήταν ελεύθερος να βασανίζει το σώμα της. Σαν σκληρός και απαίσιος δήμιος, που διψά για αίμα, επεδίωκε να ικανοποιήσει το πάθος του αυτό επαυξάνοντας τις πληγές της και πολλαπλασιάζοντας τον χρόνο της δοκιμασίας της. Συγχρόνως με αυτές τις βαρετές τιμωρίες προσπαθούσε να την κάμει να παραπονεθεί για την μακροχρόνια και οδυνηρά αυτής ασθένεια. Για αυτό τον σκοπό, λίγο λίγο ο πνεύμονας της ασθενούς κατετρώγετο από του μικροβίου, και ο οποίος λόγο του βήχα της φυματίωσης και των εμπτυσμάτων αποβάλλετο
λίγο λίγο. Επιπρόσθετα την κατάφλεγε με συνεχείς υψηλούς πυρετούς, οι οποίοι, σαν τη λίμα του σιδερά, διέλυαν το πολυβασανισμένο σώμα της Οσίας. Η ταλαιπωρίας αυτή της Οσίας Συγκλητικής υπενθύμιζε την τακτική μερικών αυστηρών δικαστών εκείνου του καιρού, οι οποίοι όταν ήθελαν να τιμωρήσουν βαρύτερα καταδικασθέντες εγκληματίες, διέτασσαν να τους ρίξουν σε σιγανή φωτιά, ώστε να διαρκέσει πιο πολύ η οδύνη του αργού αυτού θανάτου.
Έτσι και ο διάβολος ενεργούσε κατά της Οσίας· άναψε τη φλόγα του πυρετού στα εντόσθια της, από εκεί δε ο πυρετός αυτός τρεφόταν από το εξασθενημένο και αναλισκόμενο από τους πόνους σώμα, ώστε ασταμάτητα, ημέρα και νύκτα, την τυρρανούσε. Επί τριάμισι λοιπόν χρόνια, η γενναία Συγκλητική αγωνιζόταν νικηφόρα εναντίον του εχθρού δια μέσω των ενδόξων αυτών πόνων και σωματικών πληγών, τα οποία ευχαριστών και αγογγύστως υπέμενε, χωρίς καθόλου να καταπέσει το ασκητικό της φρόνημα και να μετριασθεί η ψυχική της διάθεση. Απ’ εναντίας μάλιστα, η ταλαιπωρία του σώματος και η δριμύτητα των πόνων την έκαμαν γενναιότερη και την εξόπλιζαν αποτελεσματικότερα κατά του κοινού εχθρού, του διαβόλου, ώστε δια των πολυτίμων και υψηλών διδαχών της να θεραπεύει πολλούς τραυματίες απ’ αυτόν. Ο διάβολος βλέποντας την

ψυχική αυτή γενναιότητα και την δράση της Οσίας στεναχωριόταν και μη υποφέροντας να νικάτε από μια γυναίκα, προσθέτει και άλλο βαρύτερο ακόμη μαρτύριο, στην Οσία. Έτσι για να στερήσει πολλούς να ωφεληθούν από τη ωφέλεια των λόγων της Οσίας Συγκλητικής σκέφθηκε ο πολυμήχανος να αχρηστεύσει τη φωνή της και γι’ αυτό χτυπά τα φωνητικά όργανα της Οσίας. Μετά απ’ αυτό δεν μπορούσε πλέον να μιλά η Οσία και οι επισκέπτες της στερήθηκαν την ωφέλεια των διδαχών της· εν τούτοις όμως, εάν τα αυτιά δεν γλυκαίνοντο, τα μάτια τους περισσότερο κέρδος επέφεραν στην ψυχή τους, επειδή προσερχόμενοι βλέποντας με προσοχή τη δριμύτητα της ασθένειας και αντιλαμβανόμενοι την αγόγγυστη υπομονή της μακαρίας στους πόνους και την παραδειγματική της μεγαλοψυχία, ασφαλώς και οι ίδιοι στηρίζονταν περισσότερο στην ευσέβεια και γίνονταν τολμηρότεροι στον πόλεμο κατά του εχθρού. Από πού, από ποιο σημείο του σώματος, ο εχθρός άρχισε τις πληγές; Από το στόμα! Γι’ αυτό και χάθηκαν τα γλυκύτατα νάματα των λόγων, που εξεπήγαζαν από το στόμα της Οσίας. Σαν να μην έφθανε η θλιβερή σιωπή, στην οποία ακουσίως υπεβλήθηκε η Οσία, και ιδού ακόμη μια άλλη φρικτή και οδυνηρή δοκιμασία. Επόνεσε ένα δόντι της Οσίας· από το δόντι αυτό σαπίζει ολόκληρο το ούλο. Και το μεν δόντι κατεστράφηκε και έπεσε· εξ’ αιτίας όμως αυτού σχηματίστηκε απόστημα, το οποίον διάβρωσε ολόκληρη την κάτω σιαγόνα και κατάστρεψε και εξωτερικά ακόμη και τη σάρκα της σιαγόνας. Μέσα σε σαράντα ημέρες όλα τα οστά της κάτω σιαγώνας προσβάλλονται από τερηδόνα και μετά από δύο μήνες ετρύπησε το μάγουλο και μελάνιασε ολόκληρη η περιοχή του προσώπου σ’ εκείνο το σημείο. Η σχηματισθείσα οπή μεγάλωσε και απ’ αυτήν φαίνονταν τα οστά της σιαγόνας, τα οποία σιγά σιγά κατατρώγονταν από την τερηδόνα. Εξ’ αιτίας της σήψης, ο χώρος που παρέμενεν η ασθενής καταλήφθηκε από μια βαριά και ανυπόφορη δυσοσμία, ώστε αυτές που εξυπηρετούσαν την Οσία να μην μπορούν να πλησιάσουν λόγο αυτής της δυσοσμίας. Όταν επρόκειτο να πλησιάσουν την ασθενή για κατεπείγον ανάγκη της, έκαιαν αρωματικά φυτά προηγουμένως και σύντομα έμπαιναν στο κελί της ασθενούς και έβγαιναν αμέσως, αφού δεν άντεχαν την φοβερή εκείνη δυσοσμία. Η γενναία Συγκλητική ανταγωνιζόταν με ανδρεία τον
διάβολο, σαν να τον έβλεπε μπροστά της και δεν δεχόταν καμιά ανθρώπινη βοήθεια στην ασθένεια της.
Απέκρουσε μάλιστα πρόταση πολλών γυναικών, που ήλθαν μια μέρα κοντά της και την παρακαλούσαν επίμονα να βάλει στις πληγές του σώματος της λίγο άρωμα, ώστε να μετριασθεί η δυσοσμία και να μπορούν να την συναναστρέφονται. Αυτό το ζητούσαν σαν χάρη για εκείνες. Η μακαρία όμως Συγκλητική δεν άκουε αυτές τις συστάσεις και υποδείξεις, γιατί σκεφτόταν ότι από την βοήθεια που θα έπαιρνε από τους ανθρώπους, θα έπεφτε από τον ένδοξο πνευματικό αγώνα, που τόσο σκληρά περνούσε και θα έχανε τον μισθό της από το Θεό. Οι υποτακτικές της έστειλαν και εκάλεσαν κοντά στην ασθενή έναν ιατρό. Ανέθεσαν στον γιατρό να την πείσει να δεχθεί κάποιαν παραμικρή θεραπεία. Μάταια όμως! Η Αγία Συγκλητική δεν υπάκουε στις συστάσεις του γιατρού. Απευθυνόμενη προς τον ιατρό και τις Μοναχές τους έλεγε: -Γιατί με εμποδίζετε από αυτή την αγαθή και ωφέλιμη πάλη; Γιατί προσέχετε τα φαινόμενα (δηλαδή τις πληγές και τις κακώσεις) και αγνοείται τι κρύβεται πίσω από αυτά; (δηλαδή ο φθόνος του διαβόλου και η εναντίων του πάλη) Γιατί με τόση φροντίδα περιεργάζεστε αυτό που συμβαίνει, ενώ δεν μπορείτε να παρατηρήσετε τον δράστη και αίτιον αυτών των γεγονότων; Στα λόγια αυτά της Αγίας, απάντησε τα εξής ο ιατρός: - Δεν σου προσφέρουμε φάρμακο για θεραπεία από την ασθένεια, ή για να σου ανακουφίσουμε τους πόνους! Δεν έχουμε αυτήν την δυνατότητα. Το φάρμακο που θα σου δώσουμε, έχει σκοπό να
θάψει τα νεκρά σημεία του σώματος σου, που είναι πλέον ξένα σ’ αυτό. Το κάνουμε αυτό, για να μην βλαφτούν οι Μοναχές αυτές, που είναι κοντά σου. Θα κάμουμε δηλαδή για τα νεκρά μόρια του σώματος σου, αυτό που κάνουμε στους πεθαμένους. Επάνω στις σάπιες σάρκες θα βάλω αλόη και μυρσίνη, που θα έχω μουσκέψει με κρασί (Η αλόη είναι φυτό με φαρμακευτικές ιδιότητες, ο χυμός της οποίας ξηραίνεται σαν ρητίνη· ο οίνος έχει απολυμαντικές και στυπτικές ιδιότητες λόγω του περιεχομένου οινοπνεύματος). Τότε η Αγία δέχθηκε αυτές τις συμβουλές του ιατρού, όχι για χάρη στον εαυτό της αλλά για την συμπάθεια που είχε προς τις συγκεντρωμένες υποτακτικές της.
Κατόπιν της επέμβασης αυτής του ιατρού, ελαττώθηκε πολύ η δυσοσμία. Με λαβωμένο πλέον σώμα αγωνίσθηκε τον υπόλοιπο της αγώνα. Μόνο από τη θεία δύναμη συγκρατείτο το σώμα της, το οποίο κυριολεκτικά διαλύθηκε από τις σάρκες και τα μέλη, που το συγκροτούσαν. Στην άθλια αυτή κατάσταση που βρισκόταν δεν μπορούσε ούτε να τρώει, εφ' όσον η σήψη και η δυσωδία που προερχόταν απ’ αυτήν ήταν αποπνικτική, αλλά ούτε και καθόλου δεν κοιμόταν, αφού ενοχλείτο συνεχώς από δρυμήτατους πόνους, οι οποίοι τον διέκοπταν. Μόλις πλησίασε το τέλος του αγώνα αυτού και επρόκειτο να λάβη από τον Θεό το στεφάνι της δικαιοσύνης για την αγόγγυστη υπομονή της, έφθασε σε τέτοια πνευματική κατάσταση, ώστε νοερά έβλεπε επισκέψεις Αγίων Αγγέλων και φωτιζόταν από άρρητον φως, συνοδείες Αγίων Παρθένων την προέτρεπαν για την ένδοξη άνοδο της. Κατά διαστήματα, σαν να συνερχόταν από όσα έβλεπε, ανέφερε στις παρευρισκόμενες αυτά που έβλεπε και τις συμβούλευε να υπομένουν με γενναιότητα τους πόνους και να μην χαλαρώνουν τους πνευματικούς τους αγώνες. Στο τέλος τους είπε, ότι μετά από τρεις ημέρες θα χωρισθεί η ψυχή από το σώμα της, σε ώρα την οποίαν τους είχε πει. Πράγματι μετά από πάροδο τριών ημερών και την ώρα που είχε προσδιωρίση, εξεδήμησε προς Κύριον, λαμβάνουσα από Αυτόν σαν έπαθλο την ευτυχισμένη ζωή στους ουρανούς και την απόλαυση των αιωνίων αγαθών..


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου