Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Άγιος Πανάρετος, Μητροπολίτης Πάφου.

Άγιος Πανάρετος, Μητροπολίτης Πάφου.

(1 Μαΐου)
Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
  Ο άγιος Πανάρετος γεννήθηκε στην Κύπρο και συγκεκριμένα στην Περιστερωνοπηγή Αμμοχώστου, γύρω στα 1710. «Η εποχή εκείνη ήταν δύσκολη. Τό πολύσκλαβο μαρτυρικό Νησί σφάδαζε κυριολεκτικά κάτω από το βαρύ πέλμα της σκλαβιάς των Τούρκων». Οι γονείς του ήσαν άνθρωποι ευλαβείς, αλλά και ευκατάστατοι για την εποχή εκείνη. Έμαθε τα πρώτα γράμματα από τούς γονείς του και μετά συνέχισε τις σπουδές του στο ελληνικό Σχολείο στην Λευκωσία. Μετά το πέρας των σπουδών του επέστρεψε και εγκαταβίωσε στο μισορημαγμένο Μοναστήρι του Αγίου Αναστασίου, που βρισκόταν στο χωριό του.

Αργότερα, χειροτονήθηκε Κληρικός και χρημάτισε Ηγούμενος για πολλά χρόνια στο Μοναστήρι της Θεοτόκου στην Παλλουριώτισσα Λευκωσίας. «Η περίοδος της ηγουμενίας του στο Μοναστήρι αυτό υπήρξε μιά περίοδος εθνικών δοκιμασιών, εξευτελισμών και διωγμών του Ελληνικού στοιχείου. Ένας Τούρκος επαναστάτης, ονόματι Χαλήλης, με δύο χιλιάδες περίπου ομοεθνείς του θέλησε να καταλάβη την Λευκωσία. Γιά να εξαναγκάση τούς Τούρκους της πόλης να παραδοθούν κατέλαβε τα γύρω χωριά ... Στήν Κυθρέα έσπασαν τις πόρτες των Εκκλησιών, έριξαν κάτω τον άγιον Αμνόν από τα Αρτοφόρια και τον ετσαλαπάτησαν. Η κατάσταση ήταν μαρτυρική ... Μέ κίνδυνο της ίδιας της ζωής του ο άγιος Πανάρετος στις δύσκολες εκείνες στιγμές έγινε ο παρήγορος άγγελος των πονεμένων κι’ ο υπερασπιστής και προστάτης των καταδιωγμένων. Η ζωντανή και ουσιαστική συμπαράστασή του στον πόνο του λαού εκτιμήθηκε τόσο, ώστε κλήρος και λαός συνήλθε και τον εξέλεξε Μητροπολίτην Πάφου, το 1767» (Παπασταύρου Παπαγαθαγγέλου, μορφές που άγιασαν την Κύπρο, σελ. 194).

Από την θέση αυτή του δόθηκε η ευκαιρία να αναπτύξη όλα τα κεκρυμμένα χαρίσματά του και έγινε τα σκοτεινά εκείνα χρόνια για τούς σκλάβους βακτηρία και στήριγμα και φάρος φωτεινός Ποίμαινε το ποίμνιό του θυσιαστικά με το Ορθόδοξο σταυροαναστάσιμο ήθος που τον διέκρινε. εκείνους, οι οποίοι παραδέχονταν με ειλικρίνεια τα λάθη τους και αγωνίζονταν να διορθωθούν ήταν επιεικής. Τούς πονηρούς και αδιόρθωτους τούς αντιμετώπιζε με την αρμόζουσα σε κάθε περίπτωση αυστηρότητα, προκειμένου να ξυπνήση συνειδήσεις και να προκαλέση την μετάνοια και την διόρθωση. Σώζονται από τούς συγγραφείς του βίου του κάποια χαρακτηριστικά περιστατικά της ζωής του. Θά θέλαμε να αναφέρουμε δύο μόνον, αρκετά όμως για να φανερώσουν τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε τα διάφορα προβλήματα που κατά καιρούς παρουσιάζονταν στην Επισκοπή του, αλλά και το πώς φρόντιζε επιμελώς για τον προσωπικό του καταρτισμό και την σωτηρία του.

- Κάποιος από τούς Ιερείς της Επαρχίας του καταλήφθηκε από το πάθος της αισχροκέρδειας, με αποτέλεσμα οι Ενορίτες του να υποφέρουν και να αναγκασθούν να τον καταγγείλουν στον Επίσκοπο. Αυτός κάλεσε τον Ιερέα, του έκανε τις σχετικές παρατηρήσεις, τον συνεβούλευσε κατάλληλα και εκείνος υποσχέθηκε ότι θα προσπαθήση να διορθωθή. Στήν πραγματικότητα όμως δεν έκανε καμμιά προσπάθεια, αντίθετα μάλιστα τα πράγματα χειροτέρεψαν και οι Ενορίτες ζήτησαν την απομάκρυνσή του. Ο Επίσκοπος τον συμβούλεψε και για δεύτερη και τρίτη φορά. Όταν όμως βεβαιώθηκε για την αμετανοησία του και για την προσπάθειά του να παραπλανήση τον Επίσκοπο με ψεύτικους όρκους τον τιμώρησε με έναν πρωτότυπο και ασυνήθιστο τρόπο. Τήν ώρα που ομιλούσε με θράσος και έλεγε ψέματα του είπε με αυστηρότητα: - «Νά κλείσης το στόμα σου και να μή ομιλής, αφού καταδέχεσαι να ψεύδεσαι και να ορκίζεσαι χωρίς φόβο». Καί από εκείνη την στιγμή έμεινε άλαλος και δεν μπορούσε να ομιλήση. Μετά από αρκετό χρονικό διάστημα και αφού αρρώστησε βαρειά ο Ιερέας, ζήτησε να δή τον Επίσκοπο και με νεύματα ζήτησε να εξομολογηθή. Εκείνος έτρεξε κοντά του και, όταν διέγνωσε την αληθινή του μετάνοια, τον συγχώρησε, τον ευλόγησε και τότε λύθηκε η γλώσσα του. Εξομολογήθηκε, κοινώνησε και «απήλθε του κόσμου τούτου εν μετανοία».

- Τόν άγιο Πανάρετο απασχολούσε έντονα το θέμα της σωτηρίας του. Σέ όλη του την ζωή προετοιμαζόταν για την ώρα της εξόδου του. Είχε το χάρισμα της μνήμης του θανάτου και επιθυμούσε, τα τέλη της ζωής του να είναι «χριστιανά, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά». Αξιώθηκε να προγνωρίση την ώρα της εξόδου του και φρόντισε να είναι πανέτοιμος. Λίγο πρίν την κοίμησή του είπε στον Πρωτοσύγκελλό του ότι θα έλθη ο φίλος του Επίσκοπος πρώην Καρπάθου Παρθένιος για να τον εξομολογήση. Μάλιστα του είπε να πάη στην προκυμαία να τον υποδεχθή και να τον φέρη στο Επισκοπείο. Ο Πρωτοσύγκελλος νόμισε ότι παραμιλούσε λόγω της αρρώστιας του και παράκουσε. Στήν συνέχεια όμως μετά την επιμονή του Αγίου υπάκουσε και πραγματικά βρήκε στην προκυμαία ένα πλοίο, το οποίο λόγω των ισχυρών ανέμων προσάραξε στην Πάφο. Μέσα σε αυτό βρισκόταν ο Επίσκοπος Παρθένιος, ο οποίος έσπευσε, γεμάτος συγκίνηση και θαυμασμό, να συναντήση τον Άγιο. Αφού τον εξομολόγησε, την επομένη λειτούργησε και τον κοινώνησε. Ο άγιος Πανάρετος τον παρακάλεσε να παραμείνη άλλη μιά ημέρα για να τελέση και την εξόδιο ακολουθία του. Εκείνος παρέμεινε, αφού και το πλοίο λόγω των καιρικών συνθηκών ήταν αδύνατο να φύγη, και εκήδευσε το λείψανο του Αγίου, το οποίο ευωδίαζε και μάλιστα εθεράπευσε και πολλούς ασθενείς, οι οποίοι επικαλέσθηκαν τις πρεσβείες του.

Τά παραπάνω φανερώνουν το σταυροαναστάσιμο ήθος των Αγίων, τον θυσιαστικό τρόπο με τον οποίον ποιμαίνουν τα λογικά πρόβατα που τούς εμπιστεύθηκε η Εκκλησία, αλλά και το πόσο τούς απασχολεί το θέμα της σωτηρίας, τόσο του ποιμνίου τους όσο και της ιδικής τους.

Ο τρόπος με τον οποίον οι Άγιοι φεύγουν από αυτή την ζωή είναι πραγματικά θαυμαστός και αξιοζήλευτος.
  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου